Σάββατο 13 Αυγούστου 2011

H επιληψία στα παιδιά κατά την αρχαιότητα



Η επιληψία μια σοβαρή νευρολογική ασθένεια θεωρούνταν ότι προέρχεται από τους Θεούς, από όπου η ονομασία "ιερά νόσος".
Για πρώτη φορά αντιμετωπίζεται ως νόσος με φυσικό αίτιο από τον Ιπποκράτη, που την τοποθετεί σε επιστημονική βάση και ονομάζει πάσχον όργανο τον εγκέφαλο.

Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, η αναγνώριση και η ανάγκη αντιμετώπισης της παιδικής επιληψίας γίνεται από τους Βυζαντινούς γιατρούς.

(Δελτ Α' Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 2003, 50(4): 388-394)

Η πίστη ότι η επιληψία ήταν ασθένεια με θεϊκή προέλευση είχε σχηματιστεί στον άνθρωπο από πολύ παλιά. Αρχικά θεωρήθηκε πως υπεύθυνη για τη νόσο ήταν μια θεότητα που ταυτιζόταν με τη Σελήνη και έτσι ονομάστηκε "σεληνιασμός". Οι επιληπτικοί στην Καινή Διαθήκη αποκαλούνται "σεληνιαζόμενοι", ονομασία που αποδεικνύει τη συνέχιση της παράδοσης[1].

"Και προσήνεγκαν αυτώ πάντας τους κακώς έχοντας νόσοις και βασάνοις συνεχομένους και δαιμονιζομένους και σεληνιαζομένους".[2]

Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι την επιληψία φέρνουν στον άνθρωπο θεότητες όπως η Κυβέλη, ο Ποσειδώνας, ο Άρης, η Εκάτη, ο Ερμής και ο Απόλλωνας, με διαφορετικά συμπτώματα εμφάνισης της νόσου ο καθένας. Παραδείγματος χάριν αν ο άρρωστος τρίζει τα δόντια ή έχει σπασμούς δεξιά, τότε υπεύθυνη είναι η μητέρα των Θεών η Κυβέλη, ενώ αν βγάζει δυνατές κραυγές σαν άλογο, είναι ο Ποσειδώνας.[3]

Στην αρχαία Σπάρτη, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος, οι γυναίκες έπλεναν τα νεογνά όχι με νερό, αλλά με κρασί, βάζοντας σε δοκιμασία την κράση τους. Θεωρείτο ότι τα επιληπτικά και τα άρρωστα καταλαμβάνονταν από σπασμούς εξαιτίας του ανέρωτου κρασιού, ενώ τα υγιή μάλλον σκλήραιναν και δυνάμωνε η κατάστασή τους:
"Εν Σπάρτη, ουδέ ύδατι τα βρέφη, αλλ' οίνω περιέλουον αι γυναίκες, βάσανόν τινα ποιούμεναι της κράσεως αυτών. Λέγεται γαρ εξίστασθι τα επιληπτικά και νοσώδη προς τον άκρατον αποσφακελιζόντα, τα δ' υγιεινά μάλλον στομούσθαι και κρατύνεσθαι την έξιν".[4]

Η βασική προσπάθεια των προσωκρατικών φιλοσόφων, που δεν ήταν όλοι τους γιατροί[5], ήταν να διερευνήσουν και να εξηγήσουν τον κόσμο. Με την προσπάθειά τους αυτή έφτασαν στο συμπέρασμα ότι κάθε μέθοδος έρευνας της φύσης θα μπορούσε να εφαρμοστεί και στον άνθρωπο για τη διερεύνηση των ανθρώπινων φαινομένων της υγείας, της ασθένειας και της θεραπείας. Αυτό ήταν το σημαντικότερο κληροδότημα των προσωκρατικών στην Ιατρική, δηλαδή η αποδέσμευση της επιστήμης από το θαύμα. Η Ιατρική μπορούσε τώρα να γίνει επιστήμη. Μερικοί από τους προσωκρατικούς φιλοσόφους αναφέρονται παρακάτω:
Ηράκλειτος ο Εφέσιος (Ε' αιώνας π.Χ.) Ο όρος "ιερά νόσος" απαντάται για πρώτη φορά στον Ηράκλειτο τον Εφέσιο (Ε' αιώνας π.Χ.), με διαφορετική όμως σημασία: "Την έπαρση (αλαζονεία, υπερηφάνεια) έλεγε ιερά νόσο". "Την οίησιν ιεράν νόσον έλεγε".[6]

Ο Αλκμαίων ο Κροτωνιάτης (Ε' αιώνας π.Χ.) ήταν από τους πρώτους Έλληνες που υποστήριξαν πως ο εγκέφαλος αποτελεί το όργανο όπου εδράζεται το "ηγεμονικόν",[7] παρέχοντας τις αισθήσεις,[8] από τις οποίες προέρχεται η μνήμη και ο στοχασμός του ανθρώπου.[9] Ο εγκέφαλος αποτελεί, ακόμη, το κέντρο των αισθήσεων, της πνευματικής ενέργειας και της αθάνατης ψυχής.[10]
Ο Δημόκριτος ο Αβδηρίτης (Ε' αιώνας π.Χ.) ήταν πολυγραφότατος. Στα Ιατρικά του συγγράμματα υπάρχει βιβλίο "Περί επιληψίας".[11] Ο Αβδηρίτης φιλόσοφος, πατέρας της ατομικής φυσικής, ήταν σύγχρονος του Ιπποκράτους. Υποστηρίζει ότι η ψυχή βρίσκεται στον εγκέφαλο και ότι η νόηση και η αίσθηση είναι ένα και το αυτό και προέρχονται από μία δύναμη.
"Νοείν και αισθάνεσθαι ταύτην και από μιας προέρχεσθαι δυνάμεως".[12]

Ιπποκράτης (460 π.Χ.).

Σταθμό στην ιστορία της Ιατρικής επιστήμης αποτελεί η γέννηση του Ιπποκράτους. Άνθρωπος με εξαιρετική ευφυΐα και μεγάλη παρατηρητικότητα κατορθώνει να απαλλάξει την Ιατρική από τις προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες και να θέσει τις βάσεις της επιστημονικής Ιατρικής.
Ο Ιπποκράτης πιστεύει ότι κάθε αρρώστια έχει φυσικό αίτιο και χωρίς φυσικό αίτιο τίποτα δεν υπάρχει: ?Έκαστον δε έχει φύσιν των τοιουτέων και ουδέν άνευ φύσεως γίγνεται".[13]
Το ίδιο ισχύει κατά επέκταση και για την επιληψία. Αν και ονομάζεται "ιερή", έχει και αυτή γενεσιουργό αιτία και δεν έχει τίποτα το θεϊκότερο ή ιερότερο σε σχέση με άλλες αρρώστιες: 

"Σχετικά με τη νόσο που λέγεται ιερή, έτσι έχουν τα πράγματα, μου φαίνεται πως δεν έχει αυτή τίποτα το θεϊκότερο ούτε το ιερότερο από άλλες αρρώστιες, μα πως η φύση της και η προέλευσή της είναι ίδιες όπως και στις αρρώστιες. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι οι άνθρωποι από άγνοια και κατάπληξη θεώρησαν τη φύση της και την προέλευσή της σαν κάτι το θεϊκό, γιατί είναι αλήθεια ότι δε μοιάζει σε τίποτα με τις άλλες αρρώστιες..."

"Περί μεν της ιερής νούσου καλεομένης ωδ' έχει ουδέν τί μοι δοκέει των άλλων θειοτέρη είναι νούσων ουδέ ιερωτέρη, αλλά φύσιν μεν έχει ην και τα λοιπά νουσήματα, όθεν γίγνεται. Φύσιν δε αύτη και πρόφασιν οι άνθρωποι ενόμισαν θείόν τε πρήγμα είναι υπό απειρίης και θαυμασιότητος, ότι δε ουδέν έοικεν ετέρησι νούσοισιν".[14 ]

Αυτή η δημόσια ομολογία του Ιπποκράτη χρειάζεται μεγάλο θάρρος και έχει τεράστια σημασία για τη χρονική στιγμή που ειπώθηκε. Είναι η εποχή που ο Σωκράτης καταδικάστηκε να πιει το κώνειο γιατί εισήγε "καινά δαιμόνια" και οι Αθηναίοι ναύαρχοι, οι νικητές της ναυμαχίας των Αργινουσών (406 π.Χ.), καταδικάστηκαν σε θάνατο, γιατί δεν συνέλεξαν τους νεκρούς από τη θάλασσα.

Δίδει στην επιληψία την ονομασία "μεγάλη νόσος": "Μεγάλη ή ιερή νούσος"[15] και από το χαρακτηρισμό αυτό προέρχεται ο όρος "grand mal" που δόθηκε πολύ αργότερα από τους Γάλλους.[16]
Επηρεασμένος από τη φιλοσοφική δοξασία του Διογένη Απολλωνιάτη (διατύπωσε τη θεωρία περί ιδιαίτερου κινητικού παράγοντα, ο οποίος είναι ο νους και αποτελεί την αρχή του σύμπαντος[17]) θεωρεί ότι έδρα της επιληψίας και συνεπώς πάσχον όργανο είναι ο εγκέφαλος:

"Είναι αλήθεια ότι ο εγκέφαλος είναι η έδρα της αρρώστιας αυτής όπως και άλλων σοβαρών νόσων". "Αλλά γαρ αίτιος ο εγκέφαλος τούτου του πάθεος, ώσπερ και των άλλων νουσημάτων των μεγίστων".[18]

Αιτία εκδήλωσης της επιληψίας πιστεύει ότι είναι η συγκέντρωση αέρα στο σώμα που προκαλεί ανωμαλία στην κυκλοφορία του αίματος και διαταραχές στη λειτουργία των διαφόρων οργάνων:
"Φημί δε την ιηρήν νούσον ώδε γίγνεσθαι όταν πουλύ πνεύμα κατά παν το σώμα πάντι τω αίματι μίχθη, πολλά εμφράγματα γίγνεται πολλαχή ανά τας φλέβας επειδάν ουν ες τας παχείας και πολυαίμους των φλεβών πολύς αήρ βρίση, βρίσας δε μένη κωλύεται το αίμα διεξιέναι τη μεν ουν ενέστηκε, τη δε νωθρώς διεξέρχεται, τη δε θάσσον ανομοίης δε της πορείης τω αίματι δια του σώματος γενομένης, παντοίαι αι ανομοιότητες".[19]

Αξιοσημείωτη είναι η θεωρία του Ιπποκράτη ότι η έναρξη των επιληπτικών σπασμών σχετίζεται με την ενδομήτρια ζωή:
"Άρχεται δε φύεσθαι επί του εμβρύου έτι εν τη μήτρη εόντος".[20]
Φρονεί ότι προδιαθεσικοί παράγοντες της νόσου είναι:

1) οι μεταβολές των ανέμων και της θερμοκρασίας, 2) η έκθεση της κεφαλής στον ήλιο, 3) το κλάμα, και 4) ο φόβος.[21]

Ο Ιπποκράτης, περιγράφοντας την κλινική εικόνα της νόσου, σημειώνει την αύρα που προηγείται του επεισοδίου: "Προσέξτε, πραγματικά, τα παιδιά στην αρχή πέφτουν όπου τύχει να βρεθούν, γιατί δεν είναι συνηθισμένα ακόμη στη νόσο, όταν, όμως, προσβληθούν πολλές φορές από κρίσεις, προαισθάνονται την εισβολή της νόσου και τρέχουν κοντά στη μητέρα τους ή σε κάποιο πρόσωπο που ξέρουν πολύ καλά. Αυτό γίνεται από το δέος και τον τρόμο που δοκιμάζουν από τη νόσο τους, γιατί τα παιδιά δεν ξέρουν ακόμη τι θα πει ντροπή".

"Τα δε παιδάρια το μεν πρώτον πίπτουσιν οπή αν τύχωσιν υπό αηθίης όταν δε πλεονάκις κατάληπτοι γένωνται, επειδάν προαίσθωνται, φεύγουσι παρά τας μητέρας ή παρ' άλλον όντινα μάλιστα γιγνώσκουσιν, υπό δέους και φόβου της πάθης το γαρ αισχύνεσθαι παίδες όντες ούπω γιγνώσκουσιν".[22]

Φρονεί ότι όσο μικρότερη είναι η ηλικία του ατόμου που εκδήλωσε επιληψία, τόσο βαρύτερη είναι η πρόγνωση. Έτσι, στα μικρά παιδιά η συμπτωματολογία της νόσου μπορεί να οδηγήσει στο θάνατο, ενώ δεv συμβαίνει το ίδιο με άτομα μεγαλύτερης ηλικίας:
"Και οκόσα μεν παιδία σμικρά κατάληπτα γίγνεται τη νούσω ταύτη τη επιληψία, τα πολλά αποθνήσκει".[23]

"Τους δε πρεσβυτέρους ουκ αποκτείνει, οκόταν επιγένηται, ουδέ διαστρέφει".[24]
Αξίζει να σημειωθεί η αναφορά του Ιπποκράτους στα "Iστορικά" δύο επιληπτικών παιδιών του γιου του Αναχέτου25 και του παιδιού του Τιμώνακτος,[26] καθώς προτείνει τρόπο αντιμετώπισης.
Ο Ιπποκράτης πρέπει να γνώριζε την εστιακή επιληψία. Στο σχετικό χωρίο περιγράφει: 

"Σε σπασμούς των δακτύλων του χεριού, χωρίς πυρετό, κάνετε τομές σ' αυτά, εάν δεν υπάρχει πονοκέφαλος, διαφορετικά, κάνετε πλύσεις με ζεστό νερό".

"Σπασμού χειρός δακτύλων, άνευ πυρετού, σχάσαι, ην μη την κεφαλήν αλγέει ει δε μή, ύδωρ θερμόν καταχείν".[27]

Ο Ιπποκράτης θεωρεί ότι η επιληψία είναι ιάσιμη ασθένεια:
"Είναι θεραπεύσιμη... αρκεί να μην είναι από καιρό ριζωμένη στον άρρωστο, ώστε να είναι ισχυρότερη από τα φάρμακα που δίδονται".

"Και ιητόν είναι... ότι αν μη ήδη υπό χρόνου πολλού καταβεβισμένον έη, ώστε ήδη είναι ισχυρότερον των φαρμάκων των προσφερομένων".[28]

Η θεραπεία της στηρίζεται στην αρχή των αντιθέσεων: η αρρώστια ευδοκιμεί και αναπτύσσεται με ό,τι είναι σύμφωνο με αυτήν και φθείρεται με κάθε τι ενάντιο:
"Υπό μεν γαρ της συνηθείης θάλει και αύξεται, υπό δε του πολεμίου φθίνει και αμαυρούται".[29]
Όποιος γιατρός μπορεί να προκαλέσει στον άρρωστο τέτοια μεταβολή και με τη δίαιτα να διατηρήσει το σώμα υγρό και στεγνό, ζεστό και ψυχρό, αυτός θα μπορούσε να θεραπεύσει την αρρώστια αυτή, με την προϋπόθεση να ξεχωρίζει τις διάφορες περιστάσεις και να χρησιμοποιεί τα κατάλληλα μέσα, αποφεύγοντας τους εξαγνισμούς, τις μαγγανείες και άλλες αγυρτείες αυτού του είδους: 

"Όστις δε επίσταται εν ανθρώποισι την τοιαύτην μεταβολήν και δύναται υγρόν και ξηρόν ποιέειν και θερμόν και ψυχρόν υπό διαίτης τον άνθρωπον, ούτος και ταύτην την νόσον ιώτο αν, ει τους καιρούς διαγιγνώσκοι των συμφερόντων, άνευ καθαρμών και μαγευμάτων και πάσης άλλης βαναυσίης τοιαύτης".[30]

Εντύπωση προκαλεί ότι η περιγραφή της επιληψίας είναι άριστη.[31]
Ηρόδοτος ο Αλικαρνασσεύς (ΕΥ αιώνας π.Χ.)
Για την ιερά νόσο κάνει λόγο και ο Ηρόδοτος ο Αλικαρνασσεύς, ο οποίος τη θεωρεί κληρονομική νόσο:
"Λέγουν, πράγματι, ότι ο Καμβύσης είχε προσβληθεί εκ γενετής από κάποια σοβαρή πάθηση, την οποία μερικοί ονομάζουν ιερά νόσο, ώστε, επειδή το σώμα του είχε προσβληθεί από μεγάλη αρρώστια, δεν είναι καθόλου απίθανο ότι έπασχε και ο νους του".
"Και γάρ τινα εκ γενεής νούσον μεγάλην λέγεται έχειν ο Καμβύσης, την ιερήν ονομάζουσί τινες. Ου νυν τοι αεικές ουδέν ην του σώματος νούσον μεγάλην νοσέοντος μηδέ τας φρένας υγιαίνειν".[32]

Εκτός από τους προσωκρατικούς και άλλοι συγγραφείς μεταγενέστεροι ασχολήθηκαν με την επιληψία. Μερικοί από αυτούς αναφέρονται παρακάτω:

Αρεταίος ο Καππαδόκης (Α' αιώνας μ.Χ.)
Ο Αρεταίος ο Καππαδόκης μαζί με το Ρούσο τον Εφέσιο γεφύρωσε το ιατρικό κενό ανάμεσα στην Ιπποκρατική και τη Γαληνική Ιατρική.[33]
Κατά τον Αρεταίο η νόσος εντοπίζεται στην κεφαλή ή σε νεύρα εκτός αυτής. Διαταραχές της πέψης αλλά και η έντονη ψύξη μπορεί να προκαλέσουν επιληπτικές κρίσεις:
"Παιδίοισι μεν ων οίσι εκ διαφθορής ή εκ ψύξιος ισχυρής ασύνηθες το πάθος".[34]
Όμως και εξωτερικά ερεθίσματα, όπως ο έντονος ήχος και οι εναλλαγές εικόνων που προκαλεί το στροβίλισμα των νερών του ποταμού, μπορεί να προκαλέσουν κρίσεις επιληψίας:

"Δίνησις δε σκοτώματος και της επιληψίης πρόκλησις".[35]

Περιγράφει τη μεγάλη επιληψία και την εστιακή κινητικού τύπου:
"Πέφτουν κάτω. Κατά την κρίση ο ασθενής κείται αναίσθητος και τα χέρια του έχουν σπασμούς. Τα πόδια του είναι όχι μόνο μπλεγμένα, αλλά και χτυπιούνται εδώ κι εκεί από τους τένοντες. Ο αυχένας είναι κυρτωμένος, η κεφαλή στρέφεται από δω κι από κει. Σε ορισμένες περιπτώσεις καμπυλώνει προς τα εμπρός... σε άλλες περιπτώσεις γέρνει προς την πλάτη, σαν να τους τραβάνε με βία από τα μαλλιά... Η γλώσσα βγαίνει προς τα έξω, έτσι ώστε να υπάρχει κίνδυνος σοβαρού τραυματισμού ή και τομής της, σε περίπτωση που τύχει να κλείσουν τα δόντια από τους σπασμούς, τα μάτια γυρίζουν ανάστροφα, τα βλέφαρα είναι τις περισσότερες φορές διαχωρισμένα και πάλλονταιΙ Τα φρύδια άλλοτε πλησιάζουν προς το μεσόφρυο, όπως σ' αυτούς που υποφέρουν από πόνους, κι άλλοτε τραβιούνται μέχρι τους κροτάφους. Τα μάγουλα είναι κόκκινα και πάλλονται. Όταν η κατάσταση χειροτερέψει, το πρόσωπο μελανιάζει... παρατηρείται έλλειψη φωνής όπως σε περίπτωση πνιγμού... κατάσταση αναισθησίας... η φωνή βγαίνει σαν κραυγή ή στεναγμός και η αναπνοή πνιχτή, σαν κάποιου που απαγχονίζεται. Ο σφυγμός είναι δυνατός και γρήγορος, ενώ στην αρχή μικρός. Προς το τέλος γίνεται μεγάλος, αργός και νωθρός, και γενικά είναι ασταθής... Όταν φθάνουν προς το τέλος της κρίσης, ακολουθεί ακράτεια ούρων και κοπράνων... Βγάζουν αφρούς από το στόμα, όπως αφρίζει και η θάλασσα από τους δυνατούς ανέμους, τότε πια σηκώνονται, σαν να έχει περάσει το κακό. Κατά το τέλος της κρίσης νιώθουν αρχικά τα μέλη τους νωθρά, το κεφάλι τους βαρύ, είναι αδύναμοι και εξαντλημένοι, ωχροί, άκεφοι και κατηφείς από την ταλαιπωρία και την ντροπή από τη συμφορά τους". 

"Και ούτω κατέπεσον εν δε τη σημασίη αναίσθητος μεν κέεται άνθρωπος, χείρες δε οι σπασμώ συνέρχονται σκέλεα ου διαπεπλεγμένα μούνον, αλλά τήδε κάκεισε βαλλόμενα αυτοίς από των τενόντων, εσφαγμένοισι ταύροισι ήδε ικέλη η συμφορά αυτήν αγκύλος, κεφαλή ποικίλως διάστροφος, άλλοτε μεν γαρ ες το πρηνές τοξούται... γλώσσα προμήκης, ως και κίνδυνον τρώματος μεγάλου γίγνεσθαι, ή απότομης, ει κοτε σπασμώ συνερείσουσιν οι οδόντες, οφθαλμοί ενδεδινημένοι, βλέφαρα τα πολλά διέχοντα συν παλμώ, οφρύες άλλοτε μεν ες το μεσόφρυον ανειμέναι, όκως τοις χαλεπαίνουσι, άλλοτε δε ες τους κροτάφους απηγμέναιΙμήλα ερυθρά, παλλόμενα. εν αύξη δε του κακού και πελιδνότης του προσώπου προσγίγνεται ως εν πνιγίν αφωνίη, αναισθησίη. Μυγμός δε και στεναγμός η φωνή και η αναπνοή και η πνιξ ως παγχομένω, σφυγμοί σφοδροί και ταχέες και σμικροί εν τήσι αρχήσι μεγάλοι δε και βραδέες και νωθροί επί τέλει, άτακτοι δε ες το σύνολον ην δε ες άφεσιν αφικνέωνται του κακού, ούρα αυτόματα, κοιλίης περίπλυσις. Άφρον δε αποπτύουσι ώσπερ επί τοίσι μεγάλοισι πνεύμασι η θάλασσα την άχνην εύτε και εξανίστανται δήθεν ως τελευτήσαντος του κακού επί δε τη αποπαύσει νωθροί τα μέλεα τα πρώτα, καρηβαρικοί, διαλελυμένοι, πάρετοι, ωχροί, δύσθυμοι, κατηφέες καμάτω και αισχύνη του δεινού".[36]

Η θεραπεία έχει σχέση με την έδρα της νόσου: αν εντοπίζεται στην κεφαλή, συνιστά αφαίμαξη και χορήγηση καθαρτικών για την αποβολή του φλέγματος καθώς και θέρμανση της κεφαλής με κομπρέσες ή φάρμακα.[37]

Αν είναι εστιακού τύπου, συνιστά εκτός από τα παραπάνω και άλλα φάρμακα που διευκολύνουν και άλλες λειτουργίες του οργανισμού (αναπνοή, πέψη, διούρηση).[38-43]

Επίσης, χορηγεί σιρόπι που μεταξύ άλλων περιέχει κάρδαμο, σινάπι, φύλλα υσσώπου, σόδα και μέλι.
"Του καρδαμώμου και σινήπιος και υσσώπου της κόμης, ίριδος της ρίζης μέρος (κρίνος, iris florentina) συν νίτρου διπλασίω, πεπέρεως ες τρίτον, μέλιτι φυράσαντα ομού, τα πάντα, διαστήσαντα την γένην, εις το στόμα εγχέειν, ατάρ και έτι προσωτέρω των παρισθμίων, όπως καταπίοιεν".[44]

Πιστεύει κι αυτός, όπως και ο Ιπποκράτης,[45] ότι μπορεί να συμβεί αυτόματη ίαση με την ενηλικίωση του ασθενούς.

Σωρανός ο Εφέσιος (Β' αιώνας μ.Χ.)
Ο Σωρανός γνωρίζοντας την απέκκριση του οινοπνεύματος από τους μαστούς και την αρνητική επίδραση την οποία ασκεί το οινόπνευμα στα νεογέννητα πιστεύει ότι:[46]
"Ο οίνος είναι πολύ πιο ισχυρός από τη δική του κράση, γιΥ αυτό και τα περισσότερα νεογέννητα που τρέφονται χωρίς πρόνοια, υποφέρουν από επιληπτικούς σπασμούς".
"Ο οίνος, ένθεν τα πολλά των αμελώς τρεφομένων (βρεφών) επιληπτικοίς αλίσκεται σπασμοίς".[47]

Γαληνός (131-202 μ.Χ.)

Ο Γαληνός στο έργο του "Τω επιλήπτω παιδί υποθήκη" αναφέρεται στις επιληπτικές κρίσεις των παιδιών (μεγάλη επιληψία και εστιακή) και δίνει οδηγίες για τη διατροφή των πασχόντων (να αποφεύγονται δύσπεπτες τροφές όπως πράσα, σέλινα και διάφορα φρούτα) και τις καθημερινές ασχολίες τους (αποφυγή σφοδρών ανέμων και ανθυγιεινών λουτρών, έντονου κόπου, λύπης και θυμού και γενικά ό,τι ταράζει το σώμα και μπορεί να προκαλέσει επιληπτική κρίση). Δίνει οδηγίες και στο γυμναστή πώς θα αντιμετωπίζει το παιδί με επιληψία.[48]

Κατά τη Βυζαντινή περίοδο πρέπει να τονισθεί ότι γίνεται πλέον σαφής διάκριση της αύρας προ της επιληψίας[49] και της παιδικής επιληψίας και ορίζεται ειδική θεραπεία για την επιληπτική κρίση με οσφραντά (εισπνεόμενες ερεθιστικές ουσίες), φλεβοτομία, θεραπευτικούς υποκλυσμούς και σικύες.[50]

Ορειβάσιος ο Περγαμηνός (325-400 μ.Χ.)
Ο Ορειβάσιος είναι γιατρός του αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτη. Καταδικάζει αυστηρά τα μέτρα που χρησιμοποιούσαν για τον εκφοβισμό των παιδιών, γιατί πιστεύει ότι μπορεί να προκαλέσουν επιληψία.[51]

Για τη θεραπεία συνιστά αφαίμαξη, υπνοθεραπεία με ναρκωτικά και εισπνοές ερεθιστικών ουσιών (οσφραντά).

"ΝΥ αποφευχθούν όχι λιγότερο απ' οτιδήποτε (άλλο) ο φόβος, οι δυνατοί θόρυβοι, οι βοές, να μην καταβάλλεται προσπάθεια να φοβηθεί το παιδί με ξαφνικές εμφανίσεις του μπαμπούλα ή με κάποια άλλα οράματα, γιατί αποτελεί γενικό κίνδυνο το παιδί νΥ αρρωστήσει".
"Πεφύλαχθαι δΥ ήσσον ουδενός έκπληξιν, ψόφους μεγάλους, εμβοήσεις μηδέ φοβείν, πειράσθαι άφνω όψεσι γοργονείων ή τινων άλλων οραμάτων πάσι γαρ κίνδυνος το παιδίον καλούμενον ήκειν νόσημα".[52]

Αέτιος Αμιδηνός (ΣΤ' αιώνας μ.Χ.)
Ο Αέτιος αναφέρεται στην επιληψία και χρησιμοποιεί το ρήμα "επιληπτεύομαι". Διαχωρίζει την παιδική επιληψία από του ενηλίκου που ονομάζει σκοτωματική[53] και προτείνει ως θεραπεία της παιδικής επιληψίας τη ρίζα γλυκοσίδης ή παιώνιας:
"Γλυκισίδης ή παιωνίας η ρίζα περιαπτομένη ... παίδων επιληψίας".[54]

Για τη θεραπεία της επιληψίας των βρεφών και των παιδιών αναφέρει φάρμακα που χρησιμοποιούσαν ο Ασκληπιάδης ο Βυθίνιος (ΒΥΑΥ αιώνα π.Χ.), ο Μνασέας (Α' αιώνας μ.Χ.), ο Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος (Α' αιώνας μ.Χ.),55 ο Ρούφος ο Εφέσιος (Α' ΒΥ αιώνα μ.Χ.), ο Γαληνός (Β' αιώνας μ.Χ.), ο Αρχιγένης ο Απαμεύς (Β' αιώνας μ.Χ.), ο Ποσειδώνιος (Δ' αιώνας μ.Χ.), κ.ά.[56]

Θεοφάνης Νόννος (Ι' αιώνας μ.Χ.)
Στο βιβλίο του "Επιληψία Παίδων", στον όρο "Επιληψία" καταχωρεί και άλλες παθολογικές καταστάσεις, όπως σπασμούς, χορεία και εκφυλιστικά νοσήματα.

Θεωρεί ως πάσχον όργανο τον εγκέφαλο, αλλά αναγνωρίζει και την εστιακή μορφή. Δίδει τη δική του ερμηνεία για την ονομασία "ιερά νόσος" (ονομάζεται έτσι γιατί ο εγκέφαλος είναι ιερός και πολύτιμος).[57]

"Η επιληψία είναι σπασμός του όλου σώματος με βλάβη των ηγεμονικών λειτουργιών, που η αιτία της άλλοτε οφείλεται στον ίδιο τον εγκέφαλο και άλλοτε στις όλες του πτυχές. Φράζει τις διόδους της ψυχικής πνοής, ώστε (αυτός που έχει προσβληθεί) να πέφτει και να αφρίζει, πράγμα που οι ανίδεοι το ονομάζουν δαίμονα... Άλλοτε (η αιτία της οφείλεται) σε άλλο τμήμα (του σώματος), π.χ. της χειρός ή του ποδός. Κάποιες αύρες ανεβαίνουν στον εγκέφαλο και όσοι πάσχουν πέφτουν κάτω, έχει ονομαστεί η νόσος επιληψία, γιατί κυριεύει και κυριαρχεί στις αισθήσεις (δηλαδή στη συνείδηση του αρρώστου)... Το ίδιο το ονόμασαν και ιερά νόσο, γιατί ο εγκέφαλος είναι ιερός και πολύτιμος".
"Η επιληψία σπασμός έστιν όλου του σώματος μετά βλάβης των ηγεμονικών ενεργειών, ποτέ μεν εν αυτώ τω εγκεφάλω συνισταμένω έχων την αιτίαν, ποτέ δε εν ταις τούτου κοιλίαις απάσαις, εμφράττων τας διεξόδους του ψυχικού πνεύματος ώστε πίπτειν και αφρίζειν, όπερ οι ιδιώται δαίμονα καλούσιν... Ποτέ δε και εξ ετέρου μορίου, οίον χειρός, ή ποδός αύρας τινάς ανερχομένας κατά τον εγκέφαλον και καταπίπτειν αυτούς ωνόμασται δε το πάθος επιληψία διά το επιλαμβάνεσθαι και κρατείσθαι αυτών τας αισθήσεις... Εκάλεσαν δε αυτό τούτο ιεράν νόσον διά το ιερόν και τίμιον είναι τον εγκέφαλον".[58]

Συνεχίζοντας, επισημαίνει την αυξημένη επίπτωση της νόσου στα παιδιά: 
"Παρουσιάζεται η νόσος αυτή και στα παιδιά και μάλιστα τα πιο υγρά, γι' αυτό και κάποιοι την ονόμασαν παιδική (ασθένεια), σημάδι της επιληψίας είναι ότι πρώτα πάσχει η κεφαλή, και τότε βαραίνουν όσα βρίσκονται σε αυτήν και τυφλώνονται και έχουν αδύνατη όραση (τα παιδιά) και η αντίληψή τους επιβραδύνεται, κυρίως στα παιδιά συμβαίνει αυτή η αρρώστια". "Συμβαίνει δε το πάθος και τοις παιδίοις και μάλιστα τοις υγροτέροις, διό και παιδικόν αυτό τινές ωνόμασαν σημείον της επί τη πρωτοπαθεία της κεφαλής επιληψίας, πρωτοπαθούσης της κεφαλής βαρύνονται τα κατΥ αυτήν και σκοτούνται και αμβλυώττουσι και βραδέως αισθάνονται παιδίοις δε μάλιστα συμβαίνει τούτο το πάθος".[59]

Με το γενικό τίτλο "σπασμός" περιγράφονται μορφές επιληψίας, χορείας, αθέτωσης και άλλων ακούσιων κινήσεων. Συγκεκριμένα, ο Θεοφάνης γράφει:
"Ο σπασμός οφείλεται είτε σε κένωση είτε σε πλήρωση, είναι κίνηση ακούσια σε κινούμενα εκουσίως μέρη του σώματος, δηλαδή τα νεύρα και τους μυς. Αυτά γεμίζουν υγρό και συσπώνται ή ξηραίνονται και εξαιτίας της ξηρότητας παθαίνουν σπασμούς, να τους λούζεις και να τους βάζεις σε υδρέλαιο".

"Ο σπασμός ήτοι υπό πληρώσεως γίγνεται ή υπό κενώσεώς εστι δε κίνησις απροαίρετος, εν προαιρετικοίς μορίοις α εισί νεύρα και μύες, ταύτα δε πληρούμενα υγρότητος συσπώνται ή ξηραινόμενα διά κένωσιν ή πυρετόν, ο μεν διά ξηρότητα γενόμενος ανίατός εστί, τους δε διά ξηρότητα σπωμένους λούειν και εις υδρέλαιον εμβιβάζειν".[60]

Για τη θεραπεία των σπασμών χορηγεί:
"Αψέψημα σπόρων λευκής άκανθας".
"Ακάνθης λευκής το σπέρμα πινούμενον".[61,62]

Αλλά και η Εκκλησία έχει άγιους Π θεραπευτές για το "Δαιμονιζόμενο παιδί", όρος που περιλαμβάνει όλες τις μορφές των ψυχικών νόσων και την επιληψία, όπως ο Όσιος Ιωάννης ο Χοζεβίτης, η Οσία Απολλιναρία, ο Όσιος Στέφανος, ο Όσιος Λουκάς, ο Όσιος Μακάριος ο Αλεξανδρινός, ο Όσιος Κύριλλος ο Φιλεώτης κ.ά.

Συμπερασματικά, η επιληψία, μια σοβαρή νευρολογική πάθηση, αντιμετωπίζεται ως νόσος με φυσικό αίτιο για πρώτη φορά από τον Ιπποκράτη, ο οποίος προσπαθεί να την αποδεσμεύσει από τις δεισιδαιμονίες και τη θεϊκή της υπόσταση, τοποθετώντας την σε βάση επιστημονική. Η αναγνώριση, όμως, των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και της ανάγκης αντιμετώπισης της παιδικής επιληψίας έγινε πολύ αργότερα από τους βυζαντινούς γιατρούς.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΗΣ
Α. Στίγκα
Ν. Ανδρέου
Σ. Λουκοπούλου
Κ. Μανιάτη
Ι. Τσουκαλάς
Γ. Τσουκαλάς
Π. Μέξη
Β. Γαλιάκη

Epilepsy in children in ancient Greece
A. Stiga, N. Andreou, S. Loukopoulou, K. Maniati, I. Tsoukalas, G. Tsoukalas, P. Mexi, B. Galiaki
(Ann Clin Pediatr Univ Atheniensis 2003, 50(4): 388-394)
Epilepsy, a serious disease of the central nervous system, was thought to be brought on by the gods, hence the name, meaning "holly disease".
Hippocrates was the first to consider epilepsy a disease with natural aetiology and named the brain as the suffering organ.
Byzantine doctors studied the special features of this illness and recognised the need of treatment of epilepsy in children.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -ΠΗΓΕΣ
1. Παπαμιχαήλ Ε. Επιληψία και Ιπποκράτης, Περιοδικό Ιατρική Επιθεώρηση Ενόπλων Δυνάμεων, 1982, 16:283-285.
2. Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, Κεφ. ΔΥ, στίχος 24-26.
3. Ιπποκράτους: Περί Ιερής Νούσου, L VI, παράγραφος 1.
4. Πλουτάρχου: Βίοι Παράλληλοι, Λυκούργος 16.
5. Λυπουρλής Δ. Ιπποκρατική Ιατρική, Θεσσαλονίκη 1983:49.
6. Διογένους Λαερτίου: Φιλόσοφος Ιστορία ή Περί Βίων, Δογμάτων, και Αποφθεγμάτων των εν Φιλοσοφία Ευδοκιμησάντων, Βιβλία Δέκα ΙΧ, 7.
7. Θεοφράστου: Περί Αισθήσεως και Αισθητών, Α', 4, 25.
8. Θεοφράστου: Περί Αισθήσεως και Αισθητών Α', 4, 26.
9. Πλάτωνος: Φαίδων 96Ε.
10. Τσουκαλά Ι. Ιστορία Ελληνικής Παιδιατρικής, Αθήνα 1999, Τόμ. ΒΥ, σελ. 175, υπό εκτύπωση.
11. Κούζη Α. Ιστορία της Ιατρικής, τευχ. ΑΥ, σελ. 87.
12. Πλουτάρχου: Ηθικά, Πώς αν τις αισθήτο εαυτού προσκόπτοντος επ' αρετή, 81Α, 10.
13. Ιπποκράτους: Περί Αέρων, Υδάτων, Τόπων, Littre II, σελ. 78, παρ.22.
14. Ιπποκράτους: Περί Ιερής Νούσου, Littre VI, σελ. 352-354, παρ. 1.
15. Ιπποκράτους: Επιδημιών το Έκτον, Τμήμα Έκτον, Littre V, σελ. 324, παρ. 5.
16. Παπαμιχαήλ Ε. Περιοδικό "Ιατρική Επιθεώρηση Ενόπλων Δυνάμεων", 1982, 16:283-285.
17. Εγχειρίδιο Ιστορίας της Ιατρικής, Τόμος ΑΥ, Εκδόσεις Πανεπιστημίου Αθηνών , Αθήναι 1979.
18. Ιπποκράτους: Περί Ιερής Νούσου, Littre VI, σελ. 366, παρ. 3.
19. Ιπποκράτους: Περί Φυσών, Littre VI, σελ. 112, παρ. 14.
20. Ιπποκράτους: Περί Ιερής Νούσου, Littre VI, σελ. 352-354, παρ. 1.
21. Ιπποκράτους: Περί Ιερής Νούσου, Littre VI, σελ. 380, παρ. 10.
22. Ιπποκράτους: Περί Ιερής Νούσου, Littre VI, σελ. 382-384, παρ. 12.
23. Ιπποκράτους: Περί Ιερής Νούσου, Littre VI, σελ. 374, παρ. 8.
24. Ιπποκράτους: Περί Ιερής Νούσου, Littre VI, σελ. 374, παρ. 9.
25. Ιπποκράτους: Επιδημιών το Έβδομον, Littre V, σελ. 414, παρ. 46.
26. Ιπποκράτους: Επιδημιών το Έβδομον, Littre V, σελ. 456, παρ. 105.
27. Ιπποκράτους: Επιδημιών το Δεύτερον, Τμήμα Πέμπτον, Littre V, σελ. 132, παρ. 21.
28. Ιπποκράτους: Περί Ιερής Νούσου, Littre VI, σελ. 364, παρ. 2.
29. Ιπποκράτους: Περί Ιερής Νούσου, Littre VI, σελ. 396, παρ. 18.
30. Ιπποκράτους: Περί Ιερής Νούσου, Littre VI, σελ. 396, παρ. 18.
31. Πουρναροπούλου Γ. Κ.: Εισαγωγή εις τον Ιπποκράτην, Τόμ. ΑΥ, σελ. 102.
32. Ηροδότου: Ιστορία Γ', 33.
33. Μαρκέτου Σ. Εικονογραφημένη ιστορία της Ιατρικής, Αθήνα 1996.
34. Αρεταίου: Οξέων νούσων θεραπευτικόν Α', V, 2.
35. Αρεταίου: Χρονίων νούσων θεραπευτικόν Α', ΙV, 11.
36. Αρεταίου: Περί αιτίων και σημείων οξέων παθών ΑΥ, V, 3-7.
37. Αρεταίου: Χρονίων νούσων θεραπευτικόν Α', ΙV, 11.
38. Αρεταίου: Χρονίων νούσων θεραπευτικόν Α', ΙV, 8.
39. Αρεταίου: Χρονίων νούσων θεραπευτικόν Α', ΙV, 12.
40. Αρεταίου: Χρονίων νούσων θεραπευτικόν Α', ΙV, 12.
41. Αρεταίου: Χρονίων νούσων θεραπευτικόν Α', ΙV, 12.
42. Αρεταίου: Χρονίων νούσων θεραπευτικόν Α', ΙV, 13-14.
43. Αρεταίου: Χρονίων νούσων θεραπευτικόν Α', ΙV, 12.
44. Αρεταίου: Οξέων νούσων θεραπευτικόν Α', V, 5.
45. Ιπποκράτους: Αφορισμοί, Τμήμα Δεύτερον, Littre ΙV, σελ. 482, παρ 45.
46. Σωρανού: Γυναικείων ΒΥ, XIIXXXII, 1988, 12-13, Περί εκλογής τιτθής.
47. Σωρανού: Γυναικείων ΒΥ, XIV XXXIV, 27 96, 1-2.
48. Γαληνού: Τω επιλήπτω παιδί υποθήκη, Τόμος XI, σελ. 357-378, Kuhn, Lipsiae 1826.
49. Πουλάκου-Ρεμπελάκου Ε. Η Παιδιατρική στο Βυζάντιο, σελ. 28.
50. Ευτυχιάδου Α. Εισαγωγή εις την Βυζαντινήν Θεραπευτικήν, σελ. 136, 253, Αθήναι 1983.
51. Ορειβασίου: Τόμ. III, Ιατρικών Συναγωγών, Κεφ. κΥ, Εκ των Ρούφου, Περί κομιδής παιδίου, σελ. 138, Έκδ. Daremberg και Bussemaker.
52. Ορειβασίου: Τόμ. III, Ιατρικών Συναγωγών, Κεφ. κΥ, Εκ των Ρούφου, Περί κομιδής παιδίου, σελ. 138, Έκδ. Daremberg και Bussemaker.
53. Ευτυχιάδου Α. Εισαγωγή εις την Βυζαντινήν Θεραπευτικήν, σελ. 175-176.
54. Aετίου Αμιδηνού: Βιβλία Ιατρικά I-IV, Τόμ. ΑΥ, Λόγος ΑΥ, σελ. 56.
55. Διοσκουρίδου: 5, 158.
56. Αετίου Αμιδινού:Libri Medicinales V-VIII, Βιβλίο VI, καΥ, p.p. 153-163, Edidit Alexander Olivieri, Berolini in Aedibus Academiae Litterarum, MCMK.
57. Πουλάκου-Ρεμπελάκου Ε. Η Παιδιατρική στο Βυζάντιο, σελ. 184.
58. Θεοφάνους Νόννου: De Omnium Particularum Morborum Curatio, Κεφ. λστ'.
59. Θεοφάνους Νόννου: De Omnium Particularum Morborum Curatio, Κεφ. λστ'.
60. Θεοφάνους Νόννου: De Omnium Particularum Morborum Curatio, Κεφ. λη'.
61. Πουλάκου- Ρεμπελάκου Ε. Η Παιδιατρική στο Βυζάντιο, Διατριβή επί Διδακτορία, σελ. 184-185, Αθήνα 1992.
62. Ευτυχιάδου Α. Εισαγωγή εις τη Βυζαντινήν Θεραπευτικήν, Νοσήματα των παίδων, σελ. 182. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...